Ανοίξαμε φόρουμ... Πετάξτε με τα φτερά της πεταλουδίτσας για να το βρείτε!

Ποταμός Αχέροντας




Εκβολές Αχέροντα

Εδώ η θάλασσα και το ποτάμι γίνονται ένα


Οι εκβολές όπως φαίνονται από το ποτάμι


Η πρώτη επαφή με την πανίδα του Αχέροντα: Νεροχελώνες



Οι όχθες του Αχέροντα έχουν πλούσια χλωρίδα





Ένας πληθυσμός από νούφαρα. Δυστυχώς δεν είναι η εποχή της ανθοφορίας τους...



Συναντάμε και δεύτερο σημαντικό δείγμα της πανίδας του ποταμού και μάλιστα της ορνιθοπανίδας: Μια αηδονοφωλιά!



Κρεμασμένη κυριολεκτικά πάνω από το νερό

Την κοιτώ και μου θυμίζει "κάμερα"... Ώστε αυτό είναι το σπίτι του αηδονιού;



Λιβελούλες! Τις βλέπετε; Είναι μικρές και μπλε! Μέρος κι αυτές της γοητευτικής πανίδας του Αχέροντα!



Όσο ανεβαίνουμε στο ποτάμι η χλωρίδα γίνεται όλο και πιο πυκνή και όλο και πιο ψηλή...



Σε κάποια σημεία η βλάστηση από τις δύο όχθες ενώνεται και δημιουργεί αψίδες πάνω από τα κεφάλια μας. Δεν είναι όνειρο;



Ωχ! Ένα δέντρο βυθισμένο στη μέση του ποταμού. Αδύνατον να προχωρήσουμε παραπάνω. Ο βαρκάρης γυρίζει το τιμόνι και αρχίζει το ταξίδι της επιστροφής.
Ευτυχώς... γιατί ένα ταξίδι στον Αχέροντα δεν ξέρεις πού μπορεί να σε βγάλει.

Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι από δω περνούσαν οι ψυχές των νεκρών πηγαίνοντας για τον Άδη. Τις συνόδευε ο θεός Ερμής, ο ψυχοπομπός. Φτάνοντας στις πηγές του ποταμού, συναντούσαν τη λίμνη Αχερουσία.

Εκεί τους περίμενε ο Χάροντας με τη βάρκα του. Κάθε νεκρός έπρεπε να πληρώσει εισιτήριο στο Χάροντα που κόστιζε έναν οβολό. (Τα ευρώ δεν είχαν ακόμη ανακαλυφθεί. )

Κάποτε όμως έφτασε στη βάρκα του Χάροντα ένας πολύ ιδιότροπος νεκρός, ο Μένιππος. Του ζήτησε και του ξαναζήτησε εισιτήριο ο Χάροντας αλλά αυτός τίποτα!

Ένας αρχαίος συγγραφέας, ο Λουκιανός, έχει καταγράψει μάλιστα και την κουβέντα του Χάροντα με το Μένιππο ή μάλλον τον καυγά τους:

(Το βαρκάκι του Χάροντα φτάνει στην όχθη της Αχερουσίας. Οι νεκροί βγαίνουν ένας-ένας πληρώνουν το ναύλο τους (έναν οβολό) στον Χάροντα και χάνονται δεξιά. Τελευταίος βγαίνει ο Μένιππος, που πάει να φύγει χωρίς να πληρώσει. Ο Χάρος τον πιάνει από τον ώμο. )

ΧΑΡΟΣ: Κατέβαινε, βρε καταραμένε, τον ναύλο!
ΜΕΝΙΠ: Δε πα' να φωνάζεις Χάρε, όσο σ' αρέσει.
Χ: Πλέρωσε ρε σου λέω, για το ταξίδι που 'καμες!
Μ: Δε μπορείς να πάρεις από κάποιον που δεν έχει. *
Χ: Καλά! Υπάρχει κάποιος που να μην έχει έναν οβολό;
Μ: Αν είναι και κάνας άλλος, δε ξέρω. Εγώ πάντως δεν έχω.
Χ: Βρωμιάρη. Θα σε πάω στον Πλούτωνα, αν δε πληρώσεις.
Μ: Κι εγώ θα σου ρίξω μία με το κουπί και θα σου σπάσω το κρανίο.
Χ: Τζάμπα ταξίδεψες δηλαδής;
Μ: Ο Ερμής, που με κουβάλησε 'δω, να σε πλερώσει.
Ε: Θα 'πρεπε να πουληθώ ολάκερος αν ήταν να πλερώνω τους πεθαμένους.
Χ: Δε θα το κουνήσω στιγμή από κοντά σου.
Μ: Αν είν' έτσι, βγάλε όξω τη βάρκα και κάτσε. Μα δεν έχω μία! Τι θα πάρεις;
Χ: Δεν ήξερες ρε, πως έπρεπε να 'χεις το ναύλο;
Μ: Το 'ξερα και λοιπόν; Αφού δεν είχα μία, τι να 'κανα; Να μη πέθαινα;
Χ: Δηλαδή μόνο συ θα καυχιέσαι πως τη πέρασες τζάμπα;
Μ: Ε όχι και τζάμπα ρε μάγκα! Νερά έβγαζα, κουπί τράβηξα και μόνο 'γω απ' όλους, δεν έκλαιγα!
Χ: Αυτά δε περνάνε σε βαρκάρη! Πλέρωσε το ναύλο. Δε μπορεί να γίνει αλλιώς!
Μ: Ε τότε γύρνα με πίσω...
Χ: Ωραία τα λες. Να τις φάω κι από πάνω από τον Αιακό!
Μ: Ε τότε μη μου κολλάς.
Χ: Δείξε μου τι έχεις μες στο σακί;
Μ: Λούπινα. Θες λιγάκι; Κι ένα πρόσφωρο.
Χ: Από που μας κουβάλησες βρε Ερμή τούτο το κοπρόσκυλο; Το τι έλεγε στο ταξίδι δε περιγράφεται! Πείραζε και κορόϊδευε όλους τους άλλους κι ήταν ο μόνος που τραγουδούσε ενώ κείνοι θρηνούσανε.
Ε: Δε ξέρεις Χάρε ποιον είχες στη βάρκα; Τον Μένιππο! 'Ανθρωπος τελείως λεύτερος. Τίποτε δεν τονε νοιάζει!

Ο Μένιππος βρίσκει ευκαιρία που ο Χάρος μιλά με τον Ερμή και τη κοπανά...

Χ: Αχ και να σε πιάσω καμιά φορά...

Ακούγετ' η φωνή του Μένιππου από μακριά

Μ: Αν με πιάσεις φίλε μου. Δυο φορές δε μπορείς να με πιάσεις.

*γνωστή φράση που 'μεινε παροιμιώδης:
Ούκ άν λάβοις παρά του μή έχοντος!



Εμείς, ευτυχώς, γυρίζουμε προς τις εκβολές του ποταμού. Δεν ήρθε ακόμη η ώρα μας να ταξιδέψουμε για την Αχερουσία...

Μερικές ακόμη εικόνες του Αχέροντα από το ταξίδι της επιστροφής:











Στο βάθος αχνοφαίνεται πια το "λιμάνι".





Να και ένας ψαράς. Τι ψάρια άραγε να πιάνει στον Αχέροντα;




Να και ένα ψαροκάικο θαλάσσης, ο Θεολόγος. Δεν είναι σαν ζωγραφιά;



Την ώρα που εμείς είχαμε πια φτάσει στο τέρμα, κάποιοι άλλοι άρχιζαν το δικό τους ταξίδι στο ποτάμι. Αχ, και να μας έπαιρναν μαζί τους!!!

_________________

Μην ξεχάσετε να κάνετε κλικ σε όποια φωτογραφία σας αρέσει. Με το κλικ θα τη δείτε σε μεγαλύτερη προβολή!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε εδώ το σχόλιό σας κι εμείς θα φροντίσουμε το συντομότερο δυνατό να δημοσιευτεί.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ


Ακούσατε, ακούσατε!